Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2016

Ἡ ἀληθινή εὐσέβεια (γ)

ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ: Ο ΘΕΟΣ Ἢ ΕΜΕΙΣ;
π. Δημητρίου Μπόκου
Πολ­λοὶ ἄν­θρω­ποι σή­με­ρα θὰ δι­α­φω­νοῦ­σαν μὲ τὴ στά­ση τοῦ Ἰὼβ ἔ­ναν­τι τοῦ Θε­οῦ κατὰ τὴν ὥρα τῆς φοβερῆς δοκιμασίας του (βλ. ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 383, Ἰ­ούν. 2015). Καὶ αὐ­τό, για­τὶ σή­με­ρα ὅ­λο καὶ λι­γό­τε­ρο οἱ ἄν­θρω­ποι ἔ­χουν τὴ δι­ά­θε­ση νὰ ἐκ­χω­ρή­σουν στὸν Θε­ὸ δι­και­ώ­μα­τα ἐ­πὶ τῶν κε­κτη­μέ­νων τους. Δὲν τὸν ἀ­να­γνω­ρί­ζουν Κύ­ριό τους.

Ἰ­δι­αί­τε­ρα ἰ­σχύ­ει αὐ­τὸ προ­κει­μέ­νου γιὰ τὰ παι­διά τους. Οἱ γο­νεῖς τὰ θε­ω­ροῦν ἀ­πο­κλει­στι­κὸ κτῆ­μα τους. Δὲν ἐν­νο­οῦν νὰ ἀ­φή­σουν κα­νέ­να, οὔ­τε τὸν Θε­ό, νὰ πα­ρεμ­βλη­θεῖ στὴ σχέ­ση τους μα­ζί τους. Τὰ θέ­λουν ὁ­λωσ­δι­ό­λου δι­κά τους. Ἰ­δί­ως ἂν τὰ ἀ­πέ­κτη­σαν μὲ δυ­σκο­λί­α, σύ­νη­θες πράγ­μα σή­με­ρα. Γι’ αὐ­τὸ καὶ τοὺς εἶ­ναι ἀ­δι­α­νό­η­το νὰ χαθεῖ κά­ποι­ο παι­δί τους, νὰ τὸ πά­ρει ὁ Θε­ὸς πρὶν τὴν ὥ­ρα του. Ἀ­κό­μα καὶ συ­νει­δη­τοὶ Χρι­στια­νοὶ δείχνουν ἐ­ξαι­ρε­τι­κὴ δυ­σκαμ­ψί­α στὸ ζή­τη­μα αὐ­τό. Ἐ­ξε­γεί­ρον­ται καὶ δυ­σα­να­σχε­τοῦν ἐ­ναν­τίον τοῦ Θε­οῦ, ὅ­ταν ἐ­πι­συμ­βεῖ κάτι τέτοιο. Ἡ λο­γι­κὴ τοῦ Ἰ­ὼβ τοὺς φαί­νε­ται ἀ­κα­τα­νό­η­τη.

Ἔ­χου­με δη­λα­δὴ τὴν αἴ­σθη­ση ὅ­τι τὰ παι­διὰ μᾶς ἀ­νή­κουν ἀ­πο­κλει­στι­κά. Ἐ­μεῖς τὰ γεν­νᾶ­με, ἐ­μεῖς τὰ με­γα­λώ­νου­με, ἐ­μεῖς ὑ­πο­φέ­ρου­με νύ­χτα-μέ­ρα γι’ αὐ­τά. Αὐ­τὰ εἶ­ναι ὁ­λό­κλη­ρη ἡ ζω­ή μας. Ξε­χνᾶ­με ὅ­μως ὅ­τι δὲν τὰ δη­μι­ουρ­γοῦ­με μό­νοι μας. Μᾶς δι­α­φεύ­γει ὅ­τι ἀ­πό­λυ­τος Δη­μι­ουρ­γὸς εἶ­ναι μό­νο ὁ Θε­ός. Πη­γὴ τῆς ζω­ῆς, τοῦ καλοῦ, τῆς κά­θε ὕ­παρ­ξης, εἶ­ναι μό­νο ὁ Θε­ός. Μό­νο τὸ κα­κὸ δὲν πη­γά­ζει ἀ­πὸ τὸν Θε­ό. Ὅ­λα τὰ ὑ­πό­λοι­πα, τὰ «κα­λὰ λί­αν» τῆς δη­μι­ουρ­γί­ας, τὰ γεννᾶ ἡ ἀ­γά­πη τοῦ Θε­οῦ.

Ὁ Θε­ὸς ὅ­μως στὸ θέ­μα τῆς γεν­νή­σε­ως τῶν παι­δι­ῶν θέ­λη­σε νὰ μᾶς κά­νει βο­η­θούς του. Ἀ­πὸ συγ­κα­τά­βα­ση. Ὄ­χι για­τὶ ἀδυνατοῦσε ὁ ἴδιος. Ἀλ­λὰ γιὰ νὰ τι­μή­σει ἐ­μᾶς. Νὰ δώ­σει ἀ­ξί­α στὰ πλά­σμα­τά του. Νὰ νοι­ώ­θου­με ὅ­τι εἴ­μα­στε ἀ­πό­λυ­τα ση­μαν­τι­κοὶ γι’ αὐ­τόν. Ὅτι κάτι κάνουμε κι ἐμεῖς. Γι’ αὐ­τὸ μᾶς ἔ­κα­με τὴν τι­μὴ νὰ εἴ­μα­στε συν­δη­μι­ουρ­γοί του. Νὰ ἔ­χου­με τὴν ἀ­προ­σμέ­τρη­τη χα­ρὰ καὶ ἱ­κα­νο­ποί­η­ση νὰ φτι­ά­χνου­με μα­ζί του τὸν νέ­ο ἄν­θρω­πο. Νὰ γινόμαστε κι ἐμεῖς γονεῖς. Ἀ­να­θέ­τει λοιπὸν σὲ μᾶς νὰ δί­νου­με σάρ­κα καὶ ὀ­στᾶ, τὸ σῶ­μα. Κι Ἐ­κεῖ­νος χτί­ζει τὴν ψυ­χὴ μὲ τὸ ἐμ­φύ­ση­μα τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ὅ­πως ἔ­κα­με καὶ μὲ τὸν πρῶ­το ἄν­θρω­πο, τὸν Ἀ­δάμ. Καὶ ἔ­τσι γί­νε­ται «ψυ­χὴ ζῶ­σα» ὁ νέ­ος ἄν­θρω­πος, τὸ παι­δί μας.

Ὁ Θε­ὸς δὲν δη­μι­ουρ­γεῖ τὴν ψυ­χὴ πρὶν πλά­σου­με ἐ­μεῖς, μὲ τὴ δι­κή Του βέ­βαι­α συ­ναί­νε­ση, τὸ σῶ­μα. Καὶ τὰ δυ­ὸ μα­ζί, ψυ­χὴ καὶ σῶ­μα, χτί­ζον­ται ταυ­τό­χρο­να, ὅ­ταν θε­λή­σει ὁ Θε­ός, ὁ μό­νος κα­τ’ οὐ­σί­αν Δη­μι­ουρ­γός. Ἡ ζω­ὴ τοῦ νέ­ου ἀν­θρώ­που ξε­κι­νά­ει μὲ τὴν ἕ­νω­ση αὐ­τὴ τῆς ψυ­χῆς καὶ τοῦ σώ­μα­τος καὶ τε­λει­ώ­νει, ὅ­ταν πά­λι ἡ ψυ­χὴ χω­ρι­σθεῖ ἀ­πὸ τὸ σῶ­μα. Ὁ Θε­ὸς καὶ ὄ­χι ἐ­μεῖς ὁ­ρί­ζει τὴν εἴ­σο­δό μας καὶ τὴν ἔ­ξο­δό μας ἀ­πὸ τὸν κό­σμο αὐ­τόν.

Πρῶ­τα λοι­πὸν εἶ­ναι τοῦ Θε­οῦ τὰ παι­διά μας καὶ με­τὰ δι­κά μας. Ὅ­λοι ἔ­χου­με τὸν Θε­ὸ πα­τέ­ρα μας, πλά­στη μας, δη­μι­ουρ­γό μας. Αὐ­τὸς μᾶς ἔ­δω­σε τὸ δι­καί­ω­μα νὰ τὸν προ­σφω­νοῦ­με: «Πά­τερ ἡ­μῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐ­ρα­νοῖς». Αὐ­τὸς εἶ­ναι ὁ Κύ­ριος τῆς ζω­ῆς μας, «θα­να­τοῖ καὶ ζω­ο­γο­νεῖ» (Α΄ Βασ. 2, 7), σ’ αὐ­τὸν ἀ­πο­κλει­στι­κὰ ἀ­νή­κου­με. Ὅ­ποι­ος δὲν τὸ ἀ­να­γνω­ρί­ζει αὐ­τό, δεί­χνει ἁ­πλῶς τὴ μι­κρό­νοι­ά του.

Ἐ­μεῖς ἂς τὸν εὐ­χα­ρι­στοῦ­με πάν­το­τε. «Ἐ­πὶ ταῖς εἰ­σό­δοις ἡ­μῶν ταῖς εἰς τὸν κό­σμον τοῦ­τον, καὶ ταῖς ἐ­ξό­δοις». Καὶ γιὰ τὴν εἴσοδό μας στὴν παροῦσα ζωὴ καὶ γιὰ τὴν ἔξοδό μας.
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 384, Ἰούλιος 2015)
(Συνεχίζεται)
π. Δημητρίου Μπόκου
Ἱ. Ναὸς Ἁγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ. 26820-25861/23075/6980.898.504

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...